Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βαθμολογία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 scuola votazio`ne ~f~ βαθμολογία προφορικής εξέτασης==votazione di una prova orale
2 scuola voto ~m~ περίμενα να πάρω καλύτερη βαθμολογία==mi aspettavo un voto migliore
3 κατάταξη classi`fica ~f~; graduato`ria ~f~ η ομάδα μου είναι πρώτη στη βαθμολογία==la mia squadra è prima in classifica

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βαθμολογητής βαθμολόγιο  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---