Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


χαίρομαι
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 aver piacere, essere contento
2 [απολαμβάνω] godere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  χαιρετώ χαίρω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---