Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εγγίζω  
ρήμα αμετάβατο

avvicina`rsi εγγίζει η ώρα της αναχώρησης==si avvicina l'ora della partenza+++ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών==il regno dei cieli è vicino

εγγίζω
ρήμα μεταβατικό

1 tocca`re μην εγγίζετε τα εκθέματα==non toccare gli oggetti esposti
2 ((figurato)) tocca`re, sfiora`re μην τολμήσεις ποτέ να τον εγγίζεις==non ti azzardare mai a toccarlo!
3 ((figurato)) tocca`re, colpi`re, commuo`vere με εγγίζουν τα λόγια σου==le tue parole mi toccano

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εγγενής έγγιστα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---