Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


πάγος
ουσιαστικό αρσενικό

ghiaccio

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  παγοποιία πάγουρας  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το χόκεϊ στον πάγο = hockey [αρσ. άκλ.] su ghiaccio


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---