ItalianoGreco


adagiàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [adaˈʤare]

1 βάζω κάποιον να κάτσει
2 βάζω κάτι κάτω
3 τοποθετώ
4 εγκαθιστώ
5 εγκαθίσταμαι
6 κατακαθίζω

adagiàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [adaˈʤarsi]

1 παραδίνομαι
2 πλαγιάζω
3 ξαπλώνω
4 αφήνομαι
5 κάθομαι άνετα
6 κατακάθομαι
7 εγκαταλείπομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z