ItalianoGreco


adùsto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [aˈdusto]

1 ρυτιδωμένος
2 ξερός
3 καμένος
4 σταφιδιασμένος
5 καψαλισμένος
6 μαραμένος
7 ξεραμένος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---