ItalianoGreco


alquànto  
οριστικό επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [alˈkwanto]

1 μερικός
2 αρκετός
3 λίγο
4 αλτ
5 κάπως
6 μάλλον
7 στοπ
8 κάμποσος
9 διάφορος
10 μπόλικος
11 λίγος
12 (al plurale: ((alquanti))) μπόλικοι, κάμποσοι, κάπως, μερικοί, αρκετοί, διάφοροι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---