ItalianoGreco


antirùggine  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [antiˈrudʤine]

διάλυμα αντιδιαβρωτικής προστασίας

antirùggine  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [antiˈrudʤine]

1 με αντιδιαβρωτική προστασία
2 με αντισκωριακή προστασία
3 ασκούριαστος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---