ItalianoGreco


assìllo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [asˈsillo]

1 σκοτούρα
2 ενόχληση
3 έγνοια
4 μπελάς
5 μπούμπουρας γένους asilidae
6 αλογόμυγα
7 αγκάθι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---