ItalianoGreco


bianchìre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [bjanˈkire]

1 ασπρίζω
2 αφαιρώ τρίβοντας και καθαρίζοντας
3 αποχρωματίζω
4 γυαλίζω
5 λευκαίνω
6 ασβεστώνω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---