ItalianoGreco


bóccola  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈbokkola]

1 πόρπη
2 κόπιτσα
3 κιβώτιο άξονα
4 πλαστική ροδέλα αγωγού
5 αφαλός τροχού
6 κυλινδρική επίστρωση στηρίγματος
7 τριβέας άξονα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---