bóccola
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbokkola]
1 πόρπη
2 κόπιτσα
3 κιβώτιο άξονα
4 πλαστική ροδέλα αγωγού
5 αφαλός τροχού
6 κυλινδρική επίστρωση στηρίγματος
7 τριβέας άξονα
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [ˈbokkola]
1 πόρπη
2 κόπιτσα
3 κιβώτιο άξονα
4 πλαστική ροδέλα αγωγού
5 αφαλός τροχού
6 κυλινδρική επίστρωση στηρίγματος
7 τριβέας άξονα
permalink
boccola (θηλ.ουσ)
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android