ItalianoGreco


calettàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [kaletˈtare]

1 συνταιριάζω
2 μαζεύω σε μέγεθος (εν θερμώ)
3 κουμπώνω δύο διαφορετικά αντικείμενα
4 θηλυκώνω
5 ταιριάζω
6 αρμόζω
7 συνδέω
8 προσαρμόζω (μηχανικό αντικείμενο εν ψυχρώ)
9 ταιριάζω γάντι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---