calzóne
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [kalˈtsone]
1 ζύμη τυλιχτή με τυρί και ντομάτα και αρωματικά αρτύματα (τηγανιτή ναπολιτάνικη λιχουδιά)
2 το ένα πόδι παντελονιού
3 παντελόνι εργασίας (φόρμας)
4 κιλότα ιππασίας
5 καυτά σορτς
6 κοντά παντελόνια μέχρι τα γόνατα
7 παντελόνια κοντά γκολφ
8 βερμούδες
9 σώβρακα
10 παντελόνι
11 βράκες
12 κοντά
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [kalˈtsone]
1 ζύμη τυλιχτή με τυρί και ντομάτα και αρωματικά αρτύματα (τηγανιτή ναπολιτάνικη λιχουδιά)
2 το ένα πόδι παντελονιού
3 παντελόνι εργασίας (φόρμας)
4 κιλότα ιππασίας
5 καυτά σορτς
6 κοντά παντελόνια μέχρι τα γόνατα
7 παντελόνια κοντά γκολφ
8 βερμούδες
9 σώβρακα
10 παντελόνι
11 βράκες
12 κοντά
permalink
calzone (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android