ItalianoGreco


centralìno  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ʧentraˈlino]

το τηλεφωνικό κέντρο


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


centralino [αρσ.] = το τηλεφωνικό κέντρο



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z