ItalianoGreco


chiòtto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [ˈkjɔtto]

1 σιωπηρός
2 αθόρυβος
3 σιγηλός
4 αμίλητος
5 σιγανός
6 μη οχληρός
7 αδιατάρακτος
8 ήσυχος
9 ακίνητος
10 ήρεμος
11 σιωπηλός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---