ItalianoGreco


confòrto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [konˈfɔrto]

1 συμπαράσταση
2 εμψύχωση
3 εγκαρδίωση
4 παραμυθία
5 άνεση
6 υποστήριξη
7 παρηγόρηση
8 ενθάρρυνση
9 επαναβεβαίωση
10 καθησυχασμός
11 παρηγοριά
12 ενδυνάμωση
13 ανακούφιση
14 βάλσαμο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z