ItalianoGreco


consacrazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [konsakratˈtsjone]

1 τελική έγκριση
2 μύρωμα
3 επικύρωση
4 έγκριση
5 αφιέρωση
6 καθαγιασμός
7 αφοσίωση
8 χειροτονία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---