ItalianoGreco


coppellazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [koppellatˈtsjone]

1 χημική ανάλυση (ποσοτική ή ποιοτική)
2 δοκιμασία
3 διαχωρισμός ευγενούς μετάλλου


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---