ItalianoGreco


degeneràre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [deʤeneˈrare]

1 εξαχρειώνομαι
2 εκφυλίζω
3 χειροτερεύω
4 εκφυλίζομαι
5 διαφθείρομαι
6 χαλώ


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z