ItalianoGreco


denigratóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [denigraˈtore]

1 αβανιάρης
2 διαβολέας
3 σπερμολόγος
4 κακολόγος
5 λασπομάχος
6 καταλαλητής
7 δυσφημών
8 συκοφάντης
9 λασπολόγος
10 ψιθυριστής
11 κατάλαλος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z