ItalianoGreco


differenziàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [differenˈtsjare]

1 ξεχωρίζω
2 διαφορίζω
3 διακρίνω

differenziàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [differenˈtsjarsi]

1 ξεχωρίζω
2 γίνομαι διαφορετικός
3 είμαι διαφορετικός
4 διαφέρω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---