ItalianoGreco


disastràto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [dizasˈtrato]

1 καραβοτσακισμένος
2 ξεπεσμένος
3 σύξυλος
4 κατεστραμμένος
5 αφανισμένος
6 καταστραμμένος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---