discettazióne
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [diʃʃettatˈtsjone]
1 συζήτηση
2 επιχειρηματολογία
3 διαφωνία
4 αντιλογία
5 καβγάς
6 διαμάχη
7 καβγαδάκι
8 διαφωνία έντονη και διαρκής
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [diʃʃettatˈtsjone]
1 συζήτηση
2 επιχειρηματολογία
3 διαφωνία
4 αντιλογία
5 καβγάς
6 διαμάχη
7 καβγαδάκι
8 διαφωνία έντονη και διαρκής
permalink
discettazione (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android