ItalianoGreco


disinteressàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [dizinteresˈsato]

1 ανυστερόβουλος
2 αφίλαυτος
3 αδιάφορος
4 αφιλοχρήματος
5 αφιλοκερδής
6 αμερόληπτος
7 αλτρουιστικός
8 ανιδιοτελής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---