ItalianoGreco


disordinàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [dizordiˈnare]

1 αναστατώνω
2 μπλέκω
3 συγχέω
4 ανακατώνω
5 κάνω τσαπατσούλικα
6 προκαλώ ακαταστασία
7 μπερδεύω
8 συγχύζω
9 κάνω κάτι υπερβολικά
10 είμαι υπερβολικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---