ItalianoGreco


divorzìsta  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [divorˈtsista]

1 υποστηρικτής των διαζυγίων
2 δικηγόρος ειδικός στα δικαστήρια

divorzìsta  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [divorˈtsista]

σχετικός με τα διαζύγια


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z