ItalianoGreco


effettuazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [effettuatˈtsjone]

1 διενέργεια
2 πραγματοποίηση
3 εκτέλεση
4 επιτέλεση
5 πράξη
6 εκπλήρωση
7 υλοποίηση
8 εκπόνηση
9 πραγμάτωση
10 εφαρμογή


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---