ItalianoGreco


egocentricità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [egoʧentriʧiˈta]

1 εγωισμός
2 εγωπάθεια
3 εγωκεντρισμός
4 φιλαυτία
5 εγωμανία
6 εγωλατρία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---