ItalianoGreco


eseguibilità  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ezegwibiliˈta]

1 επιτευξιμότητα
2 πρακτικότητα
3 πραγματισμός
4 πραχτικότητα
5 κατορθωσιμότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---