ItalianoGreco


facèzia  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [faˈʧɛttsja]

1 πνευματώδης λόγος
2 αστείο
3 ευφυολόγημα
4 ευθυμολόγημα
5 αστεὶσμός
6 αστειολόγημα
7 χωρατό
8 καλαμπούρι
9 έξυπνη παρατήρηση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---