fecóndo
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [feˈkondo]
1 εύφορος
2 καρποφόρος
3 παραγωγικός
4 πολυτόκος
5 πολυκαρπικός
6 προσοδοφόρος
7 καρπερός
8 πολύκαρπος
9 γόνιμος
10 αποτελεσματικός
11 άφθονος
12 δημιουργικός
13 λιπαρός
14 πλούσιος
15 αποτελεσματικός
16 αποδοτικός
17 θρεψερός
επίθετο
Προσφορά I.P.A.: [feˈkondo]
1 εύφορος
2 καρποφόρος
3 παραγωγικός
4 πολυτόκος
5 πολυκαρπικός
6 προσοδοφόρος
7 καρπερός
8 πολύκαρπος
9 γόνιμος
10 αποτελεσματικός
11 άφθονος
12 δημιουργικός
13 λιπαρός
14 πλούσιος
15 αποτελεσματικός
16 αποδοτικός
17 θρεψερός
permalink
fecondo (επίθ.)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android