ItalianoGreco


formóso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [forˈmoso], [forˈmoso]

1 καλλίγραμμος
2 χυτός
3 τορνευτός
4 καλοφτιαγμένος
5 πληθωρικός σε καμπύλες
6 καμπυλωτός
7 καλοσχηματισμένος
8 αφράτος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---