ItalianoGreco


gattonàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [gattoˈnare]

1 καταδιώκω θήραμα
2 παγανίζω
3 περπατώ αναζητώντας θήραμα
4 προχωρώ αμείλικτα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---