ItalianoGreco


gelificàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [ʤelifiˈkare]

1 γίνομαι σαν ζελατίνα
2 πήζω

gelificàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ʤelifiˈkare]

1 μετατρέπω σε ζελατίνα
2 πήζω
3 μετατρέπω σε πήγμα
4 ζελατινοποιώ

gelificarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [ʤelifiˈkarsi]

1 πήζω
2 γίνομαι σαν ζελατίνα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---