ItalianoGreco


gualcìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [gwalˈʧire]

1 ζαρώνω
2 στραπατσάρω
3 ρυτιδώνω
4 τσαλακώνω

gualcìrsi  
ρήμα μέσο μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [gwalˈʧirsi]

1 ζαρώνω
2 στραπατσάρομαι
3 ρυτιδώνομαι
4 τσαλακώνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---