ItalianoGreco


ignobiltà  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [iɲɲobilˈta]

1 ποταπότητα
2 χαμέρπεια
3 ευτέλεια χαρακτήρα
4 ταπεινή καταγωγή
5 χυδαιότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---