ItalianoGreco


imbardàre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [imbarˈdare]

στρίβω στο οριζόντιο επίπεδο (για αεροσκάφος)

imbardàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [imbarˈdare]

τοποθετώ σέλα και οπλισμό σε άλογο κλπ

imbardarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [imbarˈdarsi]

ερωτεύομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---