ItalianoGreco


imbestialìre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [imbestjaˈlire]

1 γίνομαι έξαλλος
2 γίνομαι θηρίο
3 αποκτηνώνομαι
4 γίνομαι ζώο

imbestialìrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [imbestjaˈlirsi]

1 γίνομαι έξαλλος
2 γίνομαι θηρίο
3 αποκτηνώνομαι
4 γίνομαι ζώο


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z