ItalianoGreco


inaridìre  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [inariˈdire]

1 στεγνώνω
2 καταξεραίνομαι
3 ξεραίνομαι
4 στερεύω

inaridìre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [inariˈdire]

1 καίω την επιφάνεια
2 ξηραίνω
3 καταξεραίνω
4 στεγνώνω
5 καψαλίζω
6 ξεραίνω

inaridirsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [inariˈdirsi]

1 στεγνώνω
2 καταξεραίνομαι
3 ξεραίνομαι
4 στερεύω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z