ItalianoGreco


inauspicàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [inawspiˈkato]

1 ανεπιθύμητος
2 δυσάρεστος
3 απρόσδεκτος
4 αποτρόπαιος
5 απευκταίος
6 κακοσήμαδος
7 δυσοίωνος
8 γρουσούζικος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---