ItalianoGreco


infurbìre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [infurˈbire]

1 πονηρεύω
2 γίνομαι πονηρός πανούργος

infurbìrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [infurˈbirsi]

1 πονηρεύω
2 γίνομαι πονηρός πανούργος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---