ItalianoGreco


ispezióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ispetˈtsjone]

1 υπηρεσία ελέγχου
2 έλεγχος
3 επισκόπηση
4 επιθεώρηση
5 περισκόπηση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---