maltrattaménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [maltrattaˈmento]
1 κακοποίηση
2 προσβολή
3 κακομεταχείριση
4 βάναυση συμπεριφορά
5 εξύβριση
6 κατάχρηση εμπιστοσύνης
7 λοιδορία
8 κατάχρηση εξουσίας
9 κάκωση
10 κακή χρήση
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [maltrattaˈmento]
1 κακοποίηση
2 προσβολή
3 κακομεταχείριση
4 βάναυση συμπεριφορά
5 εξύβριση
6 κατάχρηση εμπιστοσύνης
7 λοιδορία
8 κατάχρηση εξουσίας
9 κάκωση
10 κακή χρήση
permalink
maltrattamento (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android