ItalianoGreco


marcatùra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [markaˈtura]

1 σημάδεμα
2 σκοράρισμα
3 σταμπάρισμα
4 τοποθέτηση εμπορικού σήματος
5 μαρκάρισμα (ποδόσφαιρο)


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---