ItalianoGreco


micidiàle  
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [miʧiˈdjale]

1 θανατηφόρος
2 φονικός
3 δολοφονικός
4 θανάσιμος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---