ItalianoGreco


miràbile  
θηλυκό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [miˈrabile]

1 επαινετός
2 θαυμάσιος
3 θαυμαστός
4 αγαστός
5 αξιοθαύμαστος
6 αξιότιμος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---