ItalianoGreco


mitigaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [mitigaˈmento]

1 ξανάσασμα
2 παρηγοριά
3 καθησύχαση
4 ξαλάφρωμα
5 περίθαλψη
6 ξεφούσκωμα
7 ξεφόρτωμα
8 ανασασμός
9 ανάσα
10 αλάφρωμα
11 βοήθεια
12 ενίσχυση
13 ελάφρυνση
14 ανακούφιση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---