ItalianoGreco


mòrta  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ˈmɔrta]

1 ακινησία
2 παλιά κοίτη ποταμού
3 νεκρός άνθρωπος
4 τελμάτωση
5 στασιμότητα


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---