ItalianoGreco


natàle  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [naˈtale]

τα Χριστούγεννα

natàle  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [naˈtale]

Γενέθλιος


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


albero [αρσ.] di Natale = το Χριστουγεννιάτικο δένδρο || buon Natale [αρσ.] = καλά Χριστούγεννα



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---