ItalianoGreco


nòstro  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ˈnɔstro]

1 οι εισπράξεις μας
2 όλα ότι έχουμε
3 το εισόδημα μας
4 αυτό που μας ανήκει
5 ότι μας ανήκει


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


padre [αρσ.] nostro = ο Πατέρ ημών



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---